Κυριακή, 19 Μαΐου 2024, 04:13:57

Η δεκαετία του 70 ήταν ίσως η καλύτερη για το rock, αλλά και γενικότερα για τη μουσική και ο λόγος είναι ότι τότε αναδείχθηκαν τα περισσότερα συγκροτήματα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον σκληρό ήχο και όχι μόνο. Οι Deep Purple σίγουρα ήταν από τους βασικές επιρροές των rock/metal συγκροτημάτων.

Η ιστορία τους, η οποία γράφεται ακόμα, είναι τεράστια και συνεχώς βγαίνουν καινούργιες πτυχές της κατά καιρούς. Τώρα που ταιριάζουν όλα αυτά με τους Green Bullfrog που οι περισσότεροι αγνοούν την ύπαρξη τους? Είναι απλό… σε αυτούς συμμετέχουν δύο βασικά μέλη τους, ο Ritchie Blackmore και ο Ian Paice. Το συγκεκριμένο project ξεκίνησε σαν ιδέα του μουσικού παραγωγού Derek Lawrence ο οποίος ήθελε να συνεργαστεί με τον μπασίστα Tony Dangerfield των Screaming Lord Sutch και να κάνουν ένα δίσκο οι δύο τους. Τελικά δεν πέτυχε η ιδέα τους και αποφάσισαν να πάρουν session μουσικούς για να ολοκληρωθεί. Ο Lawrence κάλεσε τον Blackmore ο οποίος με τη σειρά του κάλεσε τον Paice. Υπήρχε μία φήμη ότι συμμετείχε και ο Roger Glover, αλλά αυτό δεν ισχύει. Το επιχείρημα ολοκληρώθηκε και με άλλους μουσικούς όπως Jim Sullivan, Albert Lee, Tony Ashton. Όλοι τους είχαν ψευδώνυμα, τα οποία βγήκαν από κάποιο χαρακτηριστικό των μελών, κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων. Για παράδειγμα ο Blackmore γράφτηκε στα credits σαν Boots, λόγω των καουμπόικων μποτών που φορούσε και ο Paice σε Speedy, λόγω του πολύ γρήγορου παιξίματος του. Δεν χρησιμοποιήθηκαν τα κανονικά ονόματα των καλλιτεχνών, γιατί όλοι είχαν συμβόλαια με άλλες δισκογραφικές εταιρείες. Επίσης οι συμμετέχοντες συμφώνησαν να βρεθούν όλοι μαζί, γιατί όλοι είχαν πολύ βαρύ πρόγραμμα.

Οι ηχογραφήσεις του δίσκου ολοκληρώθηκαν μέσα σε δύο ήμερες, τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1970. Τον Ιανουάριο του 1971 έγιναν οι τελευταίες προσθήκες και όλα ήταν έτοιμα. Την παραγωγή του δίσκου την ανέλαβε ο Lawrence και μηχανικός ήχου ήταν ο Martin Birch. Ο δίσκος κυκλοφόρησε το ίδιο έτος. Παρόλο το εντυπωσιακό επιτελείο συντελεστών που πλαισιώνει το δίσκο, δεν είχε σχεδόν καθόλου απήχηση και χάθηκε τότε, μαζί με άλλους αφανείς ήρωες της εποχής του. Ίσως φταίει η έλλειψη προώθησης της δισκογραφικής λόγω διαφόρων θεμάτων που προέκυψαν μεταξύ της και του Lawrence, ίσως ότι δεν γράφτηκαν ξεκάθαρα τα ονόματα των μουσικών που συμμετείχαν και λόγω του τεράστιου αριθμου σπουδαίων κυκλοφοριών που υπήρχαν τη συγκεκριμένη εποχή,το όλο επιχείρημα πήγε άπατο.

Το 1980 κυκλοφόρησε ξανά και αυτοί τη φορά είχε μια συνέντευξη του Blackmore από το περιοδικό Guitar Player που ανάφερε μερικά στοιχεία για το project. Εκεί άρχισε να αναγνωρίζεται λίγο καλύτερα το όλο έργο. Τη μεγάλη αναγνώριση τη πήρε το 1991,αν και δύσκολη εποχή για το rock τότε, όταν o Lawrence του έκανε remix του μαζί με τον Peter Vince το κυκλοφόρησαν ξανά με επιπλέον κομμάτια,με καλύτερο ήχο και με τα σωστά ονόματα των συμμετεχόντων. Περισσότερες πληροφορίες για αυτόν τον σπουδαίο δίσκο θα βρείτε στο φοβερό αφιέρωμα εδώ.

1971 15237813971 ed3226c425 b 768x764

 Τώρα που κολλάει το “Jam Stew”(ή αλλιώς John’s Stew) των Deep Purple. Για τους φανατικούς ακροατές τους έχει άμεση σχέση, για τους υπόλοιπους που πιθανόν να αγνοούν ακόμα και την ύπαρξη του εν λόγο κομματιού, πουθενά πέρα του ότι δύο από τα μέλη τους συμμετείχαν στο Green Bullfrog project. To “Jam Stew” έγινε ευρέως γνωστό κυρίως από την anniversary έκδοση του “In Rock” τη δεκαετία του 90. Εκεί ακούμε σχεδόν ένα τρίλεπτο instrumental κομμάτι, με αρκετά γρήγορο tempo και με πολύ ωραία μέρη κιθάρας. Όχι όμως κάτι ιδιαίτερο μουσικά σε σχέση με τα υπόλοιπα κομμάτια του θρυλικού αυτού δίσκου. Για τους γνώστες όμως δεν είναι απλά ένα κομμάτι. Το “Jam Stew” πρώτη φορά ακούστηκε το στο BBC to 1969 και είχε κάποια αυτοσχέδια φωνητικά και ήταν μεγαλύτερο σε διάρκεια.

Το 1970 εμφανίζεται ένα κομμάτι instrumental, πάλι στο BBC, το οποίο ονομάζεται “Grabsplatter” και μοιάζει πολύ στο “Jam Stew”. To 1971 κυκλοφορεί το τραγούδι “I’m alone” σαν b-side του “Strange kind of woman” από το “Fireball”. To συγκεκριμένο κομμάτι βασίζεται επίσης στο “Jam Stew”. Επίσης στην επανέκδοση του “Fireball” τη δεκαετία του 90, υπάρχει ένα τραγούδι που λέγεται “Slow Train” που είναι επίσης παρόμοιο. Ωραία που ταιριάζουν όλα αυτά με το “Green Bullfrog”. Είναι απλό. Το κομμάτι “Bullfrog” του δίσκου είναι ένα instrumental που βασίζεται και αυτό στη μουσική του “Jam Stew”. Όταν έπαιξε το συγκεκριμένο riff ο Blackmore μπροστά στους Sullivan και Lee, τους άρεσε και αποφάσισαν να συμμετέχουν. Αξίζει να σημειωθεί ότι και το κομμάτι “Makin’ Time” του δίσκου αυτού, ήταν βασισμένο σε μια ιδέα του Lawrence και του Blackmore που την είχαν από το ξεκίνημα των Deep Purple.

Εν κατακλείδι, για άλλη μια φορά βλέπουμε τη μουσική ευφυΐα του Ritchie Blackmore, όπου με το riff και τη βασική δομή ενός κομματιού, δεν δημιουργεί άλλο ένα αλλά στο σύνολο τους πέντε κομμάτια, τα οποία έχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά, αλλά ακούγονται το ίδιο ευχάριστα. Τη τακτική αυτή την είχε κάνει πάλι με άλλα τραγούδια όπως το “One man’s meat”(αρχική ονομασία “Stroke of midnight”) από το “The Battle Rages On” των Deep Purple που κυκλοφόρησε το 1993 και είχε παρόμοιο riff με το “L.A. Connection” των Rainbow που κυκλοφόρησε το 1978. Η τεχνική της επαναχρησιμοποίησης ιδεών έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές από πολλούς μουσικούς, αλλά δεν είχε πάντα την ίδια επιτυχία. Για περισσότερα σχετικά με το “Jam Stew” δείτε το παρακάτω πολύ ωραίο αφιέρωμα.

 

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

No any anniversary today

flashback

Φιλικά sites

Facebook